Σύνδρομο ορθοστατικής ταχυκαρδίας - Postural Tachycardia Syndrome, PoTS
- Κοσσυβάκης Χαράλαμπος MD, PhD
- 15 Μαΐ
- διαβάστηκε 2 λεπτά
Το Σύνδρομο Ορθοστατικής Ταχυκαρδίας (Postural Tachycardia Syndrome, PoTS) αποτελεί διαταραχή του αυτόνομου νευρικού συστήματος που επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο το σώμα ρυθμίζει την καρδιακή συχνότητα και την αρτηριακή πίεση, ιδιαίτερα όταν το άτομο αλλάζει στάση, π.χ. από καθιστή ή ξαπλωμένη σε όρθια θέση.

Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του Συνδρόμου Ορθοστατικής Ταχυκαρδίας PoTS:
Αύξηση καρδιακής συχνότητας ≥30 παλμούς/λεπτό (ή ≥40 για άτομα <18 ετών) μέσα σε 10 λεπτά από την ορθοστασία.
Χωρίς σημαντική πτώση της αρτηριακής πίεσης (διαφοροποιείται από την ορθοστατική υπόταση).
Εμφάνιση συμπτωμάτων όπως ζάλη, αίσθημα παλμών, κόπωση, ναυτία, θολή όραση, ή λιποθυμική τάση.
Συμπτώματα Συνδρόμου PoTS:
Ταχυκαρδία (γρήγοροι παλμοί) σε όρθια στάση
Ζάλη ή σκοτοδίνη
Αδυναμία ή εξάντληση
Τρόμος, ιδρώτας, ναυτία
Δυσανεξία στην άσκηση
Εγκεφαλική "ομίχλη" (brain fog)
Λιποθυμικά επεισόδια (σε σοβαρές περιπτώσεις)
Πιθανές αιτίες ή σχετιζόμενοι παράγοντες:
Ιογενείς λοιμώξεις (πολλοί ασθενείς εμφανίζουν PoTS μετά από ιώσεις, όπως COVID-19)
Αυτοάνοσα νοσήματα
Συνδεσμικές διαταραχές (π.χ. σύνδρομο Ehlers-Danlos)
Μακροχρόνια ακινησία ή απορρύθμιση μετά από νοσηλεία
Χρόνια κόπωση (σχέση με ME/CFS)

Διάγνωση του Συνδρόμου Ορθοστατικής Ταχυκαρδίας PoTS:
Η διάγνωση PoTS είναι διάγνωση αποκλεισμού: πρώτα αποκλείουμε άλλες πιθανές αιτίες (αρρυθμίες, υπερθυρεοειδισμό, αναιμία, καρδιοπάθειες κ.ά.) και μετά, με βάση το ιστορικό, τα συμπτώματα και τις μετρήσεις καρδιακής συχνότητας στην ορθοστασία, τεκμηριώνεται το σύνδρομο.
Το Test ορθοστατικής κλίσης (Tilt Table Test) ή μέτρηση παλμών & πίεσης σε ύπτια και όρθια θέση, είναι ένα από τα βασικά διαγνωστικά εργαλεία για το Σύνδρομο Ορθοστατικής Ταχυκαρδίας (PoTS) και χρησιμοποιείται κυρίως για την τεκμηρίωση των αλλαγών στην καρδιακή συχνότητα και την αρτηριακή πίεση κατά την αλλαγή στάσης. (διαβάστε αναλυτικά για το Tilt Table Test εδώ > https://www.kossyvakis.com/tilt-test ).
Ωστόσο είναι σημαντικό να αποκλειστούν άλλες καρδιολογικές ή συστηματικές παθήσεις που μπορεί να προκαλούν παρόμοια συμπτώματα (ταχυκαρδία, ζάλη, λιποθυμίες).
Γι’ αυτό, συνήθως γίνονται και οι παρακάτω καρδιολογικές εξετάσεις:
Ηλεκτροκαρδιογράφημα για τον έλεγχο για αρρυθμιών, σύνδρομα όπως το WPW, ή δομικά ηλεκτρικά προβλήματα της καρδιάς.
Holter ρυθμού 24ώρου ή 48ώρου που καταγράφει συνεχώς την καρδιακή συχνότητα και ρυθμό για την ανίχνευση παροδικών ταχυκαρδιών, έκτακτων παλμών ή άλλων αρρυθμιών.
Triplex καρδιάς (υπερηχοκαρδιογράφημα) για την αξιολόγηση της δομής και λειτουργίας της καρδιάς (κοιλίες, βαλβίδες, κλάσμα εξώθησης) για αποκλεισμό καρδιοπάθειας.
Δοκιμασία κοπώσεως (αν χρειαστεί) για αξιολόγηση της καρδιακής απόκρισης στην άσκηση ή αποκλεισμό ισχαιμίας σε μεγαλύτερες ηλικίες. (Σε PoTS συχνά υπάρχει δυσανεξία στην άσκηση).
Ηλεκτροφυσιολογικός έλεγχος σε περιπτώσεις που υπάρχει υπόνοια σοβαρής αρρυθμίας ή νευροκαρδιογενούς συγκοπής.
Αντιμετώπιση Συνδρόμου PoTS:
Η θεραπεία του Συνδρόμου Ορθοστατικής Ταχυκαρδίας (PoTS) στοχεύει στη βελτίωση των συμπτωμάτων και στην υποστήριξη του αυτόνομου νευρικού συστήματος, καθώς δεν υπάρχει μία και μοναδική "θεραπεία" που να θεραπεύει πλήρως το σύνδρομο.
Η προσέγγιση είναι πολυπαραγοντική, συχνά εξατομικευμένη, και βασίζεται σε συνδυασμό μη φαρμακευτικών και φαρμακευτικών μέτρων, όπως:
Αποφυγή παρατεταμένης ορθοστασίας
Αποφυγή παραγόντων που επιδεινώνουν (π.χ. ζέστη, αφυδάτωση, μεγάλα γεύματα)
Αυξημένη πρόσληψη υγρών
Χρήση ελαστικών καλτσών διαβαθμισμένης συμπίεσης
Εφόσον τα παραπάνω δεν επαρκούν, η φαρμακευτική θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει:
Φαρμακευτική αγωγή για επιλεκτική μείωση καρδιακού ρυθμού ιδίως σε νεαρούς ασθενείς με έντονη ταχυκαρδία
Αγγειοσυσπαστική αγωγή σε ασθενείς με αγγειοδιαστολή και υπόταση
Αγωγή για την ρύθμιση του αυτόνομου νευρικού συστήματος, αν συνυπάρχει άγχος ή διαταραχή νεύρο-απόκρισης
Αγωγή για την ενίσχυση παρασυμπαθητικής δραστηριότητας, αν υπάρχει δυσλειτουργία νευρομεταβίβασης
Πρόγνωση Συνδρόμου PoTS:
Πολλοί ασθενείς βελτιώνονται σημαντικά με τη κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση. Ωστόσο υπάρχει ένα ποσοστό ασθενών στους οποίους τα συμπτώματα επιμένουν ή επανέρχονται κατά διαστήματα, ειδικά όταν συνυπάρχουν άλλες χρόνιες παθήσεις.